-
1 малейший
малейший παραμικρός, ελάχιστος' ни \малейшийего сомнения χωρίς την παραμικρή αμφιβολία* * *παραμικρός, ελάχιστοςни мале́йшего сомне́ния — χωρίς την παραμικρή αμφιβολία
-
2 сомнение
-я ουδ.1. αμφιβολία•вызывать -я γεννώ αμφιβολίες•
не оставлять -ий δεν αφήνω αμφιβολίες•
нет никакого -я δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία.
2. δισταγμός, ενδοιασμός.εκφρ.без -я – κ. вне -я χωρίς αμφιβολία, αναμφίβολα,• без всякого -я κ. вне всякого -я χωρίς την παραμικρή αμφιβολία, εκτός πάσης αμφιβολίας. -
3 сомиение
сомиени||ес ἡ ἀμφιβολία:испытывать \сомиение ἔχω ἀμφιβολία, ἀμφιβάλλω· ставить под \сомиение, подвергать \сомиениею ἀμφισβητώ· нет никакого \сомиениея в том, что... δέν ὑπάρχει καμμιά ἀμφιβολία ὀτι...· без \сомиениея, вне всякого \сомиениея χωρίς τήν παραμικρή ἀμφιβολία.
См. также в других словарях:
Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής — Επίσημη ονομασία: Ηνωμένες Πολιτείες της Αμερικής Συντομευμένη ονομασία: ΗΠΑ (USA) Έκταση: 9.629.091 τ. χλμ Πληθυσμός: 278.058.881 κάτ. (2001) Πρωτεύουσα: Ουάσινγκτον (6.068.996 κάτ. το 2002)Κράτος της Βόρειας Αμερικής. Συνορεύει στα Β με τον… … Dictionary of Greek